- πλανήτις
- -ήτιδος, ἡ, ΜΑθηλ. τού πλανήτης.[ΕΤΥΜΟΛ. < πλανήτης + κατάλ. θηλ. -ις, -ιδος].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πλανῆτις — fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλανῆτι — πλανῆτις fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλανῆτιν — πλανῆτις fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλανήτιδα — πλανῆτις fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλανήτιδας — πλανῆτις fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Дидона — Дидона … Википедия